Σίμωσε στο πιάνο και πήρε μερικά ακόρντα. Κείνη τη στιγμή΄έσπασε με κρότο μια χορδή κι έσβησε σ' ένα μακρόσυρτο και τρεμάμενο ήχο...
-Ακούς Νιέτοτσκα, ακούς; ρώτησε, ξαφνικά με μια εμπνευσμένη φωνή, δείχνοντας το πιάνο. Τεντώσανε πολύ, πάρα πολύ τούτη τη χορδή· δεν μπόρεσε άλλο να βαστάξει και πέθανε. Ακούς, τι λυπητερά που πεθαίνουν οι ήχοι!